Τσάι: Μια τόσο μικρή λέξη… με τόσο μεγάλη ιστορία

Τσάι: Μια τόσο μικρή λέξη… με τόσο μεγάλη ιστορία

Ποικιλίες που διεγείρουν τους ουρανίσκους και αρώματα που ιντριγκάρουν τους «ψαγμένους» γευσιγνώστες σε μια κούπα τσαγιού, που μπορεί, με μόλις μερικές γουλιές, να μας ταξιδέψει σε μακρινά μέρη και εξωτικές γωνιές της γης.

 

Από τον Βασίλη Δημαρά

 

Ο κόσμος του τσαγιού είναι πλασμένος από μύθους και ιστορίες που ξεκίνησαν τη θρυλική πορεία τους στα βάθη των αιώνων. Από τους απέραντους κήπους της Ιαπωνίας και τις πλαγιές των Ιμαλαΐων μέχρι τη μακρινή Κίνα και τη μαγευτική Σρι Λάνκα, συνεχίζουν μέχρι σήμερα να φέρνουν μαζί τους μυστικά που αναδίδουν μυρωδιές μιας αλλοτινής εποχής. Το τσάι, ζεστό ή παγωμένο, με διαφορετικές γεωγραφικές καταβολές και σίγουρα διαφορετικές κουλτούρες ως προς τον τρόπο παρασκευής και σερβιρίσματός του, αποτελεί το δεύτερο δημοφιλέστερο ρόφημα στον κόσμο μετά το νερό.

 

Κάθε τύπος τσαγιού φέρει τα δικά του ξεχωριστά χαρακτηριστικά, ανάλογα με τη χώρα και την περιοχή παραγωγής του, ενώ η σημαντικότερη διάκριση γίνεται ανάμεσα στα λεγόμενα «πράσινα» και «μαύρα» τσάγια. Τα πρώτα επιτυγχάνονται με απλή αποξήρανση, ενώ τα δεύτερα παρασκευάζονται με ειδική τεχνική: Τα φύλλα αφήνονται να μαραθούν, ώστε να χάσουν το μισό από το νερό τους, και ακολούθως υποβάλλονται σε μια διαδικασία ζύμωσης, κατά την οποία μετασχηματίζεται η τανίνη και έτσι αποκτούν το χαρακτηριστικό μελανό τους χρώμα.

 

Άλλοι δημοφιλείς τύποι τσαγιού είναι τα λευκά τσάγια, καθώς και το τσάι Oolong, γνωστό ως και τσάι Wu Long. Ειδικότερα, το λευκό τσάι θεωρείται το πιο αγνό και λιγότερο επεξεργασμένο τσάι, με ελάχιστη καφεΐνη, ελαφρύ χρώμα και ευχάριστη γεύση. Περιέχει τα υψηλότερα ποσοστά αντιοξειδωτικών ουσιών και είναι ιδιαίτερα ευεργετικό για την επιδερμίδα. Από την άλλη, το τσάι Oolong, που σερβίρεται κατά κόρον στα κινέζικα εστιατόρια ανά τον κόσμο, έχει εντονότερο άρωμα και πιο γλυκιά γεύση. Έχει υποστεί χαμηλή ζύμωση, γεγονός που του δίνει περίπου το 15% της καφεΐνης που περιέχεται σε ένα φλιτζάνι καφέ, ενώ καταλαμβάνει ιδιαίτερη θέση σε ένα καθημερινό πρόγραμμα διατροφής που στοχεύει στην απώλεια βάρους. 

 

Από την Κίνα στην Ευρώπη: Το ταξίδι του τσαγιού μέσα στις χιλιετίες

 

Σύμφωνα με τον θρύλο, η παρασκευή του πρώτου ροφήματος τσαγιού έγινε εντελώς τυχαία στην Κίνα το 2737 π.Χ. και υπεύθυνος για αυτήν την ανακάλυψη θεωρήθηκε ο Κινέζος αυτοκράτορας Σεν Νουνγκ. Η ιστορία έχει ως εξής: Μια καλοκαιρινή ημέρα, ο αυτοκράτορας, με τη συνοδεία του, αποφάσισε να επισκεφτεί μια μακρινή γωνιά της αυτοκρατορίας του. Κάποια στιγμή, διέταξε τους υπηρέτες του να ξεκινήσουν να βράζουν νερό για να ξεδιψάσουν οι συνταξιδιώτες του. Την ώρα όμως που έβραζε το νερό, ένα αεράκι παρέσυρε τα φύλλα από κάποιο γειτονικό θάμνο και μερικά από αυτά κατέληξαν μέσα στο τσουκάλι με το νερό. Τα φύλλα άρχισαν να βράζουν και να χρωματίζουν το νερό. Ο αυτοκράτορας δοκίμασε αυτό το πρωτόγνωρο αρωματικό ρόφημα και ενθουσιάστηκε. Ένιωσε μεμιάς να ξεδιψά και να αναζωογονείται! Στην αρχή, αυτή η γευστική ανακάλυψη χρησιμοποιήθηκε από την κινεζική ιατρική ως φάρμακο και έπειτα, γύρω στα μέσα του 3ου αιώνα μ.Χ., άρχισε η εντατική καλλιέργεια και παραγωγή του τσαγιού, καθώς πλέον είχε γίνει μέρος του καθημερινού διατροφικού προγράμματος.

 

Ένας άλλος ινδικός μύθος αποδίδει την ανακάλυψη του τσαγιού στον βουδιστή μοναχό Bodhidharma. Ο Bodhidharma είχε μείνει άυπνος για προσευχή επί επτά χρόνια. Η περίοδος αυτή της αϋπνίας έφτανε στο τέλος, αλλά ο μοναχός ήταν πια εξουθενωμένος. Στην απόγνωσή του, μάσησε μερικά φύλλα από ένα κοντινό δέντρο, και αμέσως ένιωσε διαύγεια σκέψης, ανανέωση και ζωντάνια. Έτσι ανακαλύφθηκε το τσάι στην Ινδία. Όπως και να ’χει, το τσάι στην Ευρώπη ήρθε πολύ αργότερα, στις αρχές του 1600, από τους Πορτογάλους, που το μετέφεραν για λογαριασμό των Ολλανδών. Έπειτα, από την Ολλανδία πέρασε στη Γαλλία και από εκεί εξαπλώθηκε σε ολόκληρη την ήπειρο.

 

Το τσάι μέσα από την ελληνική κουλτούρα και παράδοση

 

Η Ελλάδα, ωστόσο, υπήρξε ένα από τα τελευταία μέρη της Ευρώπης στα οποία υιοθετήθηκε αυτή η νέα τάση ροφήματος. Ξεκίνησε κυρίως μεταπολεμικά, ενώ η δημοτικότητα του τσαγιού, στην πραγματικότητα, εκτοξεύτηκε στις αρχές της δεκαετίας του ‘90, όταν άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους οι πρώτες τσαγερί στην πρωτεύουσα. Μέχρι τότε, η χώρα μας γνώριζε μόνο το παραδοσιακό ελληνικό τσάι του βουνού, το οποίο ήταν –και παραμένει φυσικά– το δημοφιλέστερο βότανο της ελληνικής υπαίθρου.

 

Πράσινο τσάι: Ο ισχυρός σύμμαχος στην υγεία του οργανισμού σας

 

Τα φύλλα του πράσινου τσαγιού περιέχουν μεγάλες ποσότητες κατεχινών. Οι κατεχίνες είναι μια ομάδα ενώσεων οι οποίες ανήκουν στην οικογένεια των φλαβονοειδών και έχουν ισχυρή αντιοξειδωτική δράση. «Κρύβονται» σε διάφορα τρόφιμα, κυρίως δε στο πράσινο τσάι, στο κόκκινο κρασί, το μήλο, τη μαύρη σοκολάτα κ.α. Έχει αποδειχθεί ότι οι κατεχίνες προστατεύουν από τις καρδιακές παθήσεις και διάφορους τύπους καρκίνου, μειώνουν τη χοληστερόλη και την πίεση του αίματος, εμποδίζουν την καταστροφή των κυττάρων από το οξειδωτικό στρες ενώ συμβάλλουν στην ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος και στην καλή υγεία του εγκεφάλου.

 

Πώς θα καταλάβετε ότι το πράσινο τσάι σας είναι καλής ποιότητας; Καταρχάς, ιδανικά, το πράσινο τσάι πρέπει να πίνεται φρέσκο και όχι αποξηραμένο, καθώς έτσι χάνει πολλές από τις ιδιότητές του. Επίσης, σήμα κατατεθέν της ποιότητάς του είναι το χρώμα του ροφήματος. Ειδικότερα, αν το ρόφημά σας είναι ανοιχτό πράσινο, τότε το τσάι που χρησιμοποιήσατε είναι καλής ποιότητας. Αντιθέτως, αν το χρώμα είναι σκούρο, καφέ ή θαμπό, τότε το πιθανότερο είναι να χρησιμοποιήσατε ένα κακής ποιότητας τσάι.

 

Afternoon tea party: Η λονδρέζικη συνήθεια που έγινε λατρεία

 

Μπορεί σήμερα οι Βρετανοί να κατέχουν τον τίτλο των πλέον φανατικών οπαδών του τσαγιού, ωστόσο η ιστορία έρχεται να αποδείξει ότι στην πραγματικότητα είναι ίσως οι τελευταίοι που το γνώρισαν. Μάλιστα το δοκίμασαν μόλις το 1839, όταν το πρώτο φορτίο τσαγιού έφτασε στο Λονδίνο από τις αγγλικές αποικίες στην Ινδία. Τα “afternoon tea party” στην Αγγλία, βάσει πρωτοκόλλου, «παντρεύουν» το τσάι σας –μαύρο ως επί το πλείστον– με συγκεκριμένα πιάτα. Ξεκινούν από τα αλμυρά, που συνήθως είναι μικρά σάντουιτς, αλλά και αλμυρές τάρτες, κις και μάφιν, και συνεχίζουν με scones, τα σκωτσέζικα ψωμάκια που σερβίρονται με clotted cream και μαρμελάδες. Στο τέλος, σερβίρονται τα γλυκά, που μπορεί να είναι petit-fours, τάρτες, εκλέρ, μακαρόν και πολλά άλλα.

 

Πηγή: Coffee&Brunch Magazine