Μπορεί ο low-caf να αντικαταστήσει τον decaf;
Η νέα μόδα της αναζήτησης καφέ με χαμηλότερα επίπεδα καφεΐνης συνεχώς αυξάνεται και βάζει στην άκρη τον decaf.
Η διαδικασία απόσπασης της καφεΐνης από τον καφέ ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά το 1903 όταν ένα κοντέινερ γεμάτο με κόκκους, του Ludwig Roselius βυθίστηκε κατά λάθος σε θαλασσινό νερό. Έκτοτε, η παγκόσμια αγορά decaf ολοένα και αναπτύσσεται με αποτέλεσμα το 2019, να αγγίζει σε αξία τα 1,65 δισεκατομμύρια δολάρια. Παρ’ όλα αυτά, η αγορά στρέφεται όλο και πιο πολύ σε ποικιλίες καφέ που είναι εκ φύσεως υψηλής ποιότητας και χαμηλής περιεκτικότητας σε καφεΐνη. Μία από αυτές τις ποικιλίες, η Laurina αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη δυναμική.
Τα πρώτα δέντρα Laurina ανακαλύφθηκαν στο νησί La Réunion ανατολικά της Μαδαγασκάρης στις αρχές του 19ου αιώνα. Ονομάστηκε έτσι μόλις τον 20ο αιώνα από τον Γάλλο βοτανολόγο Auguste Chevalier λόγω της ομοιότητάς του με ένα αειθαλή θάμνο με γυαλιστερά φύλλα (φέρνει προς τη γνωστή μας δάφνη). Η ποικιλία αυτή όμως σύμφωνα με μελέτες δεν μπορούσε να αναπτυχθεί με επιτυχία κυρίως λόγω των φυσικά χαμηλών επιπέδων καφεΐνης που περιέχει. Με το πέρασμα των ετών το ενδιαφέρον για τη συγκεκριμένη ποικιλία αναθερμάνθηκε και κορυφώθηκε από το 2006, με την παραγωγή 2 τόνων πράσινου Laurina στη Réunion. Η μεγαλύτερη ποσότητα διοχετεύθηκε στην αγορά της Ιαπωνίας. Την ίδια περίοδο η ποικιλία αυτή γνώρισε ευρεία αποδοχή καθώς αναγνωρίστηκε από την Specialty Coffee Association της Ιαπωνίας ως καφές “premium”, δηλαδή χωρίς ατέλειες ή ελαττώματα. Το ενδιαφέρον για τέτοιου είδους καφέ έχει “φουντώσει” από τη στιγμή μάλιστα που αρκετά δείγματα decaf δεν μπόρεσαν να περάσουν τα αυστηρά μέτρα ποιοτικού ελέγχου των roasters. Ως εκ τούτου οι ειδικοί και οι επαγγελματίες αναζήτησαν φυσικά προϊόντα χαμηλής καφεΐνης εντοπίζοντας πρώτα τη Laurina, και στη συνέχεια μια άλλη ποικιλία, την Aramosa.
Τελικά ποιος ευθύνεται για την άνοδο της δημοτικότητας του εν λόγω καφέ; Και μπορεί ο low-caf να αντικαταστήσει στο μέλλον τον decaf;
Οι ειδικοί εν μέρει αποδίδουν την αύξηση της ζήτησης του low-caf καφέ στο… δημογραφικό ζήτημα. Συγκεκριμένα σχετικές μελέτες δείχνουν πως άτομα ηλικίας μεταξύ 18 και 24 ετών αποτέλεσαν τον μεγαλύτερο όγκο των καταναλωτών decaf (περίπου το 19% της συνολικής κατανάλωσης στις ΗΠΑ). Αυτό οφείλεται πιθανότατα στη συνήθεια των millennials να πίνουν καφέ καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, και όχι μόνο το πρωί ή νωρίς το απόγευμα. Όσο για το αν μπορεί να αντικαταστήσει τον decaf, οι ειδικοί δεν αποκλείουν αυτό το ενδεχόμενο. Η αίσθηση του exclusivity και η υψηλή ποιότητα ποικιλιών όπως η Laurina και η Aramosa ενέχουν περιθώρια ανάπτυξης στην ευρύτερη αγορά του specialty coffee. Ήδη μεγάλα brands έχουν ήδη ξεκινήσει να επενδύουν σε αυτές. Όπως για παράδειγμα η Starbucks που το 2016 προχώρησε στην συνολική αγορά μιας συγκομιδής Laurina από ένα αγρόκτημα στη Νικαράγουα, 340 κιλών. Το 2018, η The Barn αγόρασε δύο διαφορετικές παρτίδες Laurina, μία πλυμμένη και μία φυσική. Το άρωμα της δεύτερης, σύμφωνα με τις περιγραφές ειδικών, είχε νότες γκουάβα, μελιού και δαμάσκηνου, κάτι που την καθιστούσε σχεδόν αυτόματα στην κατηγορία του specialty coffee.
Πηγή: perfectdailygrind.com